θόρυβος

θόρυβος
Όρος με τον οποίο χαρακτηρίζεται εμπειρικά κάθε ανεπιθύμητος ήχος. Ο ορισμός αυτός, ωστόσο, δεν είναι ακριβής, γιατί δεν αφορά μόνο τα φυσικά χαρακτηριστικά του ήχου, αλλά και τα φυσιολογικά και ψυχολογικά αποτελέσματα που προκαλεί ο θ. Το πρόβλημα του θ. απέκτησε ιδιαίτερη σημασία στον σύγχρονο πολιτισμό και έγινε αντικείμενο συστηματικής μελέτης. Αφορά την οικιστική, την κατασκευή ιδιωτικών και δημόσιων κτιρίων, τη βιομηχανία, τις χερσαίες και εναέριες μεταφορές. Οι τελευταίες, μάλιστα, ασχολούνται με το πρόβλημα εντονότερα, μετά την ανάπτυξη της υπερηχητικής αεροναυτικής, από την οποία προέκυψε το πρόβλημα των επιβλαβών αποτελεσμάτων του ισχυρού θ. που προκαλούν τα αεροσκάφη, όταν διασπούν το φράγμα του ήχου, στους κατοίκους των περιοχών πάνω από τις οποίες πετούν. Με το πρόβλημα του θ. ασχολείται επίσης και η ιατρική της εργασίας, εξαιτίας των συνεπειών που μπορεί να έχει η ακουστική κόπωση που προκαλεί ο θ. (π.χ. η πρόσκαιρη και μόνιμη ελάττωση της ακουστικής ικανότητας). Τα σημαντικότερα στοιχεία για να εκτιμηθεί σωστά η διαταραχή που προκαλεί ένας θ. είναι: η συνολική ηχητική στάθμη· η φασματική κατανομή που παρουσιάζει η στάθμη της ηχητικής πίεσης· η ηχητική στάθμη του θ. του περιβάλλοντος, γιατί ένας ισχυρός θ. του περιβάλλοντος καλύπτει τους άλλους θ., οι οποίοι έτσι δεν γίνονται αντιληπτοί· η χρονική διάρκεια του θ.· η κατάσταση του χώρου που εκτίθεται στον θ. (εσωτερικός ή εξωτερικός, με ανοιχτά ή κλειστά παράθυρα) και τα χαρακτηριστικά της ζώνης· ορισμένα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του θ., όπως, για παράδειγμα, η παρουσία ή η απουσία καθαρών ήχων και η ταχύτητα μεταβολής της ηχητικής έντασης. Η συνολική ηχητική στάθμη ορίζεται ως το αποτέλεσμα των μετρήσεων με ένα όργανο κατάλληλο να καταγράφει τις ενδείξεις του, σύμφωνα με τις διαφορές ευαισθησίας του ανθρώπινου αφτιού στις διάφορες συχνότητες. Η φασματική κατανομή της στάθμης της ηχητικής πίεσης δίνει την κατανομή της ενέργειας στις διάφορες συχνότητες. Με σταθερή συνολική ηχητική στάθμη, η διαταραχή που προκαλείται από έναν θ. μεταβάλλεται ανάλογα με το αν οι συχνότητες υπερβαίνουν περίπου τα 1000 Hz, κατά τις οποίες το αφτί παρουσιάζει τη μέγιστη ευαισθησία, ή αν πρόκειται για συχνότητες υψηλότερες ή χαμηλότερες. Ως προς τον κίνδυνο μόνιμης ελάττωσης της ακοής (πρόβλημα που είναι ιδιαίτερα αισθητό στη μελέτη του θ. στο εσωτερικό των βιομηχανικών εγκαταστάσεων) πρέπει να λαμβάνεται υπόψη ότι το ανθρώπινο αφτί είναι δέκτης που υφίσταται κόπωση. Παρουσιάζει, δηλαδή, αλλοιώσεις της ακουστικής ικανότητας, όταν o θ. που παράγεται (συχνότητας μεταξύ 100 και 4000 Hz) υπερβεί ορισμένες στάθμες ηχητικής πίεσης. Η αλλοίωση χαρακτηρίζεται από αύξηση στο κατώφλι ακουστικότητας και από ελάττωση της ευαισθησίας του αφτιού. Οι αλλοιώσεις αυτές είναι συνήθως πρόσκαιρες, αλλά οι επαναλήψεις της κόπωσης μπορούν να μετατρέψουν τις πρόσκαιρες αλλοιώσεις σε μόνιμες. Από πρόσφατες μελέτες προκύπτει ότι αν εκτεθεί το ανθρώπινο αφτί σε ήχο στάθμης έντασης 120dB, για διάστημα 10 λεπτών της ώρας, η κατώτερη στάθμη ακοής (κατώφλι) μετατοπίζεται από 0 σε 28dB. Πρακτικά θα πρέπει να χρησιμοποιούμε ωτασπίδες, όταν είμαστε εκτεθριμένοι σε ήχο (θόρυβο) στάθμης άνω των 90dB. Στον τομέα της ηλεκτρονικής και ιδιαίτερα των τηλεπικοινωνιών, θ. αποκαλείται ένα ανεπιθύμητο σήμα το οποίο δυσκολεύει την ανάκτηση της πληροφορίας του δέκτη (ρεύμα ή τάση). Στα τηλεπικοινωνιακά συστήματα, στους ηλεκτρονικούς υπολογιστές, στα συστήματα ελέγχου κλπ. ο θ. μεταβάλλει και μπορεί να καλύψει τελείως τα σήματα που μεταδίδουν τις πληροφορίες.
* * *
(ΑΜ θόρυβος)
κρότος, βοή, ταραχή, σάλαγος
νεοελλ.
πολλή συζήτηση για κάποιο πρόσωπο ή πράγμα, σούσουρο («δημιουργήθηκε μεγάλος θόρυβος για το ζήτημα»)
μσν.-αρχ.
1. αναταραχή, σύγχυση
2. φόβος
αρχ.
1. κραυγή επιδοκιμασίας ή αποδοκιμασίας
2. επικρότηση, επευφημία
3. παράπονο, γογγυσμός.
[ΕΤΥΜΟΛ. Εκφραστικός σχηματισμός με επίθημα -βος, το οποίο απαντά και σε άλλα ουσ. παρόμοιας σημ. (πρβλ. κόνα-βος, ότο-βος, φλοίσ-βος). Το θ. θόρυ- εμφανίζεται επίσης στον ενεστ. με αναδιπλασιασμό (τον-θορύ-ζω «μουρμουρίζω, μουγκρίζω»). Η λ. θόρυβος συνδέεται πιθ. με τα θρύλος, θρυλώ και θρέομαι.
ΠΑΡ. θορυβώ, θορυβώδης].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • θόρυβος — noise masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • θόρυβος — ο 1. ενοχλητικός ήχος, βοή: Πολύ θόρυβο κάνει το μηχανάκι. – Ακουγόταν από μακριά ο θόρυβος της μάχης. 2. απήχηση: Έκανε μεγάλο θόρυβο η νέα ταινία. 3. συζήτηση για κάποιο πρόσωπο ή πράγμα: Οι τελευταίες δηλώσεις του πρωθυπουργού προκάλεσαν… …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • θορύβοις — θόρυβος noise masc dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • θορύβοισι — θόρυβος noise masc dat pl (epic ionic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • θορύβου — θόρυβος noise masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • θορύβους — θόρυβος noise masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • θορύβων — θόρυβος noise masc gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • θορύβῳ — θόρυβος noise masc dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • θόρυβοι — θόρυβος noise masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • θόρυβον — θόρυβος noise masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”